Κείμενο: Τάσος Π. Καραντής
Μανώλης Μαυράκης: «Love4music»
Δημοσιεύθηκε: 08.11.2011, 23:29
Ιστολόγια με νότες
Σε ποια «πλευρά» ήταν η Βίσση; Την γνωρίσαμε στα Λιανοτράγουδα του Θεοδωράκη, στις Μικρές Πολιτείες και στα Ψηλά τα παραθύρια του Κουγιουμτζή. Εγώ προσωπικά όταν την πρωτάκουσα live στο πλευρό του Νταλάρα και της Αλεξίου στη Διαγώνιο στη Πλάκα, εντυπωσιάστηκα. Από το ’85 και μετά τι να πω. Κρίμα για τη σπουδαία πραγματικά φωνή που διαθέτει. Η Θεοδωρίδου είναι μια παρουσία και μια φωνή που ξεχωρίζει. Την άκουσα στην Πολίτικη Κουζίνα της Ρεμπούτσικα και ήταν μοναδική. ‘Ίσως θα έπρεπε να αλλάξει μουσική «πλευρά».
Μανώλης Μαυράκης: «Love4music»
Δημοσιεύθηκε: 08.11.2011, 23:29
Ιστολόγια με νότες
Το ιντερνέτ είναι, πλέον, το κυρίαρχο μέσο στη ζωή μας. Και κυρίαρχα μέσα στο διαδίκτυο είναι τα ιστολόγια (blogs), όπου αποτελούν την πιο απόλυτα ελεύθερη μορφή έκφρασης και γνώμης, σε συνάρτηση, βεβαίως με την υπευθυνότητα, τη σοβαρότητα και το πολιτικό ήθος κι ανεξαρτησία του δημιουργού τους.
Ανάμεσά τους υπάρχουν και τα «ιστολόγια με νότες», που αφορούν τον τομέα της μουσικής και του ελληνικού τραγουδιού, που υπηρετεί, εξάλλου κι ο «ΟΡΦΕΑΣ», ως ένα μη κερδοσκοπικό μουσικό περιοδικό.
Σκεφτήκαμε, λοιπόν, να ανοίξουμε την ενότητα «Ιστολόγια με νότες», όπου θα συστήνουμε στους αναγνώστες μας τα – υπεύθυνα και σοβαρά, κατά την κρίση μας – μουσικά blogs. Η μορφή της γνωριμίας αυτής θα είναι μέσω μιας συνέντευξης, με - κοινό κατά 80%-90% - ερωτηματολόγιο προς τον δημιουργό του κάθε μπλογκ. Σκοπός μας δεν είναι μόνο μια τυπική παρουσίαση του κάθε μπλογκ, αλλά, κυρίως, οι απόψεις του δημιουργού του κι ιδιοκτήτη του για διάφορα θέματα του τραγουδιού μας, ευελπιστώντας να ανοίξει ένας ευρύτερος, σοβαρός, με επιχειρήματα, διάλογος, μέσω αρθρογραφίας. Αυτή τη φορά παρουσιάζουμε το «love4music» του Μανόλη Μαυράκη, τον οποίον ευχαριστώ θερμά για την ανταπόκρισή του.
Το ελληνικό τραγούδι πότε μπήκε, κυρίαρχα, στη ζωή σου, ώστε να είσαι πλέον σήμερα μουσικογράφος στο www.mixgrill.gr και να διατηρείς και το μουσικό μπλογκ love4music;
Μανόλης Μαυράκης: Με πας πολύ πίσω, εκεί στις αρχές της δεκαετίας του '70. Γνώριμα ακούσματα το Νέο Κύμα, τα Ελληνικά συγκροτήματα της προηγούμενης δεκαετίας, οι Beatles, οι Stones, ο Dylan. Εποχή της χούντας, της καμπάνας, των μακριών μαλλιών και των παιδιών των λουλουδιών. Η πρώτη μου επιλογή ήταν τότε οι Poll και Τα παιδιά της Αφροδίτης. Αργότερα μετά την μεταπολίτευση, κυριάρχησε το πολιτικό τραγούδι. Άρχισα να ανακαλύπτω, τον απαγορευμένο Θεοδωράκη, το Λοΐζο, τον Κουγιουμτζή, τον Ξαρχάκο και φυσικά τον Χατζιδάκι. Πάντα με μάγευε η μουσική σαν τέχνη, θεωρούσα και θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολο την έμπνευσή σου να την μετουσιώνεις σε μουσική και σε λόγια, μια μικρή ιστορία δηλαδή, που θα σε αναγκάσει να ταξιδέψεις, να ερωτευτείς, να προβληματιστείς.
Γι’ αυτό το πρώτο πράγμα που με ενδιέφερε και εξακολουθεί και μ’ ενδιαφέρει, ήταν ποιοι ήταν οι δημιουργοί του κάθε τραγουδιού. Θυμάμαι ότι σαν παιχνίδι, άκουγα από το ραδιόφωνο κάποιο τραγούδι και σημείωνα σε ένα τετράδιο, τίτλο, συνθέτη, στιχουργό και ερμηνευτή, έτος κυκλοφορίας και άλμπουμ. Κάποια στιγμή μου έγινε έξη και ήταν απίστευτο το πόσα πράγματα θυμόμουν για κάθε τραγούδι ξεχωριστά.
Οι γνώσεις που απέκτησα με οδήγησαν κάποια στιγμή να εργάζομαι περιστασιακά και ειδικά τα καλοκαίρια σαν dj στις Ντισκοτέκ της εποχής και παράλληλα με φίλους να στήνουμε παράνομα ερασιτεχνικούς σταθμούς, να "παίζουμε" και να αφιερώνουμε.
Η "τρέλα" με τη μουσική δεν μου πέρασε ποτέ. Πάντα ήθελα να την εξωτερικεύσω και η ευκαιρία μου δόθηκε με το μουσικό ιστολόγιο. Έτσι τέλη του '09 άρχισα να κάνω τα πρώτα μου πειράματα. Στην αρχή δεν το έλεγα σε κανένα, ούτε καν στους κολλητούς μου. Έβαζα τον εαυτό μου στη θέση του αναγνώστη, έσβηνα και ξανάγραφα μέχρι τα μέσα περίπου του '10 που βγήκα οριστικά στον "αέρα". Με εξέπληξε η ανταπόκριση των επισκεπτών αφού από τον Μάιο του 10 έως σήμερα έχω πάνω από 58.000 επισκέψεις, νούμερο που για τα δικά μου δεδομένα, το ύφος και το στυλ του ιστολογίου, το θεωρώ εξωπραγματικό.
Μέσω του love4music γνωρίστηκα με τον Στέργιο Παπαστεργίου του «Τραγουδιστάν» με τον οποίο ανταλλάσσαμε σχόλια για τις αναρτήσεις μας. Ο Στέργιος μου έκανε την πρόταση για το mixgrill και κανόνισε συνάντηση με τον Γιώργο Μπαλιώτη. Ο Γιώργος μου έδωσε την ευκαιρία να συμμετέχω σε αυτή την παρέα των νέων παιδιών που έχουν ταλέντο, έχουν γνώσεις, έχουν άποψη και πάνω απ’ όλα το ίδιο μεράκι με μένα για την μουσική.
Ποιος είναι ο στόχος του love4music; Να παρουσιάσεις, με πληροφορίες, τους αγαπημένους δίσκους και τις δισκογραφίες των αγαπημένων σου καλλιτεχνών;
Στόχος του love4music είναι να ταξιδέψει τους επισκέπτες του στον υπέροχο κόσμο της μουσικής και κατά την διάρκεια του ταξιδιού να τους ενημερώσει και να τους πείσει να αγαπήσουν τη καλή μουσική. Δεν με ενδιαφέρει αν οι επισκέπτες μου έχουν διαφορετικά ακούσματα από εμένα. Αυτό που πρωτίστως μ' ενδιαφέρει είναι να ενημερωθούν και να ακούσουν. Και επειδή η εικόνα έχει τεράστια δύναμη, όποτε έχω χρόνο, φτιάχνω βιντεάκια με εικόνες, συνοδευόμενες από το μουσικό κομμάτι που έχω επιλέξει.
Θα ήθελα τη γνώμη σου για το διαδίκτυο όσον αφορά το τραγούδι. Από τη μια αποτέλεσε κυριολεκτικά ένα νέο χώρο όπου όλα, πλέον, τα μουσικά δημοσιογραφικά μέσα βαίνουν προς τα εκεί, από την άλλη, είναι ένας από τους βασικούς λόγους της κατάρρευσης της δισκογραφίας, μέσα από τα παράνομα κατεβάσματα των τραγουδιών. Πως το βλέπεις εσύ;
Δεν νομίζω ότι το διαδίκτυο είναι ο βασικός λόγος κατάρρευσης της δισκογραφίας. Η μείωση στις πωλήσεις έχει ξεκινήσει από τα τέλη της δεκαετίας του '90. Θεωρώ πως βασική αιτία είναι η τιμή πώλησης των cdς. Πόσο κοστίζει ένα cd στις δισκογραφικές; Που θα βρει ο πιτσιρικάς 15 ή 20 ευρώ για να αγοράσει ένα cd την εβδομάδα; Και να ακούσει τι; Στα τόσα τραγούδια που περιέχει ο δίσκος, άντε να ακούγονται, ένα, δύο το πολύ. Προτιμάει λοιπόν να κατεβάσει το τραγούδι που του αρέσει από το διαδίκτυο και τέλος.
Αναρωτιέμαι γιατί πολλοί καλλιτέχνες διανέμουν τις νέες δουλειές τους μέσω εφημερίδων και περιοδικών σε τιμές πολύ χαμηλές και δεν κάνουν το ίδιο στα δισκάδικα για να μπορέσει ο κόσμος να τα αγοράσει από εκεί; Το περίπτερο έχει μετατραπεί σε δισκάδικο και οι εφημερίδες και τα περιοδικά έχουν αντικαταστήσει τις προθήκες των δισκοπωλείων.
Τις προάλλες ο Νταλάρας και πρόσφατα ο Πάριος διακίνησαν την παλαιά τους δισκογραφία μέσω εφημερίδων. Γιατί δεν τις έδιναν στα δισκάδικα με τις ίδιες τιμές; Τα τελευταία χρόνια πολλοί καλλιτέχνες χρησιμοποιούν το διαδίκτυο και ειδικά το youtube για την προώθηση της δουλειάς τους. Πρόσφατο δικό μας παράδειγμα ο Πλιάτσικας που μέσω in.gr διέθεσε για ελεύθερο κατέβασμα και για 20 μέρες τη νέα του δουλειά.
Για να μπούμε και λίγο στα χωράφια του ελληνικού τραγουδιού, πολλά σύνορα και συρματοπλέγματα βλέπω. Διαχωρισμοί κι αναθέματα που μετατρέπουν το τραγούδι σε γήπεδο. Γιατί τόσος φανατισμός, για κάτι που δεν είναι ούτε κόμμα, ούτε θρησκεία, αλλά τέχνη; Εσένα, προσωπικά, ως ακροατή, ποια είναι τα αγαπημένα σου καθημερινά ακούσματα και καλλιτέχνες, από το παρελθόν και σημερινοί;
Συρματοπλέγματα υπάρχουν, αλλά το ερώτημα είναι ποιός τα δημιούργησε, ποιός οδήγησε τον κόσμο πίσω απ' αυτά και ποιός κερδίζει απ' όλη αυτή τη κατάσταση; Ποιός οδήγησε τον κόσμο σε αυτό το είδος της διασκέδασης, με το λουλουδοπόλεμο, τα πολλά ντεσιμπέλ, τα cd ορχήστρες που παίζουν πίσω από τον καλλιτέχνη με το καλοφτιαγμένο σώμα και τα κατάλευκα δόντια, τα αγόρια και τα κορίτσια πάνω στα τραπέζια και τις μπάρες να χορεύουν αλαλάζοντα; Και από την άλλη πλευρά, ποιός οδήγησε τον κόσμο να ακούει μόνο σοβαρά τραγούδια, που συνήθως δεν τα καταλαβαίνει, παίρνοντας βαθυστόχαστο ύφος, να συχνάζει στο Μέγαρο ή στο Ηρώδειο, να συζητάει για τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη αναλύοντας το έργο τους ως επαΐων και να αυτοχαρακτηρίζεται "έντεχνος" τουλάχιστον;
Η μουσική είναι τέχνη και δείγμα πολιτισμού. Οι μουσικές προτιμήσεις είναι θέμα αισθητικής, βιωμάτων, παιδείας. Εμείς σαν λαός αισθητική ψιλοέχουμε, βιώματα να φαν' και οι κότες, μουσική παιδεία δεν έχουμε. Στην Ελλάδα που γέννησε τεράστιες προσωπικότητες στο παγκόσμιο χώρο της μουσικής (Σκαλκώτας, Καλομοίρης, Μητρόπουλος, Ξενάκης, Κάλλας, Παπαθανασίου, Μούσχουρη, Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Γκάτσος) , δεν υπάρχει μουσική παιδεία.
Υπάρχουν όμως δισκογραφικές, υπάρχουν ραδιόφωνα με παραγωγούς που παίζουν λίστες, υπάρχει τηλεόραση που παίζει ότι θέλουν οι δισκογραφικές και που κατά σύμπτωση οι ιδιοκτήτες τους είναι και ιδιοκτήτες καναλιών, υπάρχουν εφημερίδες και περιοδικά που «έχουν» τους δικούς τους καλλιτέχνες.
Τι ακούω; Φτιάχνω λίστες δικές μου και τις "παίζω" στο αυτοκίνητο. Συνήθως καινούργια πράγματα που τα έχω ξεχωρίσει από την Ελληνική και ξένη μουσική.
Αγαπημένη μου μουσική είναι η jazz η latin η rock και φυσικά η λεγόμενη "έντεχνη" Ελληνική μουσική. Η Αλεξίου, η Αρβανιτάκη, ο Νταλάρας, ο Παπακωνσταντίνου, η Γαλάνη, ο Λιδάκης, ο Μάλαμας και η Κανά από τους παλαιότερους, η Μποφίλιου, η Νέγκα, η Μπάμπαλη από τους νεώτερους και από την ξένη μουσική ο Armstrong, η Ella, η Monica Molina, οι Calexico είναι οι αγαπημένοι μου και οι πρώτες μου επιλογές. Λατρεύω την μουσική «χωρίς λόγια», με ταξιδεύει ο Shostakovich, ο Χατζιδάκις, ο Vangelis και οι Secret Garden.
Και υπάρχει και μια άλλη διάσταση, στο προσωπικό μας γούστο και στις μουσικές συμπάθειες κι αντιπάθειες μας. Επηρεάζει τη γραφή ενός μουσικογράφου, όσον αφορά την αντικειμενικότητά του, και το γεγονός ότι απευθύνεται σ’ ένα ποικίλο κοινό αναγνωστών-ακροατών και θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ουδέτερος; Έχεις πιάσει δηλαδή τον εαυτό σου με τα είδη και τους καλλιτέχνες που “συμπαθείς” μουσικά, να είσαι επιεικής και μ’ αυτά κι αυτούς, που “αντιπαθείς” μουσικά αυστηρός;
Προσπαθώ να κρατήσω μια ισορροπία ανάμεσα στις αγαπημένες μου μουσικές και στις λιγότερο αγαπημένες. Σε άλλη περίπτωση το ιστολόγιο θα λεγόταν love4jazz ή love4latin. Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου στο ότι όταν απευθύνεσαι σ’ ένα ποικίλο κοινό και θα πρέπει να είσαι ουδέτερος. Κριτήριο επιλογής για μένα είναι το πόσο σημαντική είναι η δουλειά ή η πορεία ενός καλλιτέχνη και όχι αν μου αρέσει ή αν θα τον επέλεγα για να τον ακούσω.
Σε αυτές τις περιπτώσεις για να αποφύγω κάποιο αρνητικό σχόλιο, χρησιμοποιώ σχόλια και απόψεις επωνύμων για το έργο του καλλιτέχνη.
Οι δηλώσεις ή το πώς συμπεριφέρεται ένας καλλιτέχνης σε επηρεάζει κι ως προς την πρόσληψη του έργου του; ‘Η διαχωρίζεις τον άνθρωπο από τον καλλιτέχνη; Να δώσω δυο, διαφορετικά, παραδείγματα, ο Σαλβαντόρ Νταλί ήταν φιλοφρανκικός, σε εμποδίζει αυτή του η πολιτική τοποθέτηση από το να σε μαγέψει ένας ονειρικός πίνακάς του; Ή, ο Άκης Πάνου, δολοφόνησε άνθρωπο, αφαίρεσε ανθρώπινη ζωή, σε ενοχλεί αυτό στο να απολαύσεις ένα σπουδαίο τραγούδι του;
Προσωπικά εμένα όχι. Δεν μ’ ενδιαφέρει αν ο Χατζιδάκις και ο Σπανουδάκης είναι δεξιοί, ο Θεοδωράκης αριστερός ή αν ο Άκης Πάνου ή ο Κορκολής βιώσανε άσχημες προσωπικές καταστάσεις ή αν ο Morrison και η Janis ήταν εθισμένοι στα ναρκωτικά και το αλκοόλ. Επηρεάζει όμως η συμπεριφορά, η πολιτική ιδεολογία και οι ιδιαίτερες προσωπικές καταστάσεις, μεγάλη μάζα των ακροατών-θαυμαστών, κυρίως των νέων οι οποίοι ιδαλματοποιούν τους καλλιτέχνες, ταυτίζονται μαζί τους και πολλές φορές τους μιμούνται.
Τα ΜΜΕ επίσης έχουν κατά καιρούς εξαφανίσει καλλιτέχνες που για κάποιον από τους παραπάνω λόγους ήταν στην επικαιρότητα, όπως και το star system που τους καταπίνει για τους ίδιους λόγους, άσχετα αν μετά τους επαναφέρει για να κερδίσουν οι μουσικές βιομηχανίες
Θέλεις παραδείγματα; Ο απαγορευμένος Θεοδωράκης για πολιτικούς λόγους, ο Στράτος Διονυσίου που δεν παιζόταν όσο ήταν φυλακή, ο Κορκολής που εξαφανίστηκε όσο διάρκεσε η περιπέτεια του, ο Michael Jackson που τελικά το σύστημα τον επανέφερε στη θέση του μετά θάνατον και πιο πρόσφατα η Winehouse που γιουχαΐστηκε από τους ίδιους τους θαυμαστές της στο Βελιγράδι.
Είναι κι ένα τοπίο με κυρίαρχους μύθους το ελληνικό τραγούδι, συνθετών (Θεοδωράκης - Χατζιδάκις) και τραγουδιστών(Καζαντζίδης - Μπιθικώτσης). Κάνοντας όμως μια έρευνα, για το TOP – 10 των δίσκων με τις υψηλότερες πωλήσεις της ελληνικής δισκογραφίας, διαπίστωσα – αν εξαιρέσω το εθνικής εμβέλειας «ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ» - ότι κι οι 4 απουσίαζαν! Πρώτος είναι ο Πλέσσας με το «Δρόμο». Κι όμως σε κάθε συνέντευξη που θα διαβάσω, όλων, μα όλων, αγαπημένοι είναι ο Θεοδωράκης κι ο Χατζιδάκις, με τα τραγούδια τους λένε πως μεγάλωσαν! Είναι σπουδαίοι, ναι, αλλά κανείς δεν μεγάλωσε, για παράδειγμα, και με τα – εξίσου δημοφιλή κι αγαπητά – τραγούδια του Πλέσσα, του Χατζηνάσιου και του Σπανού; Γιατί δεν το λέμε; Μήπως άλλους λέμε ως σπουδαίους, για να είμαστε, δημόσια, πολιτικά ορθοί, κι άλλα αγοράζουμε κι ακούμε ιδιωτικά; Γιατί, κάτι τέτοιο δείχνουν οι αριθμοί του TOP-10! Εσύ πιστεύεις στους 4 αυτούς μύθους ή έχεις τη δική σου μυθολογία;
Θεωρώ ότι ο Χατζιδάκις κι ο Θεοδωράκης είναι το σημείο αναφοράς στην Ελληνική μουσική. Όπως αντίστοιχα και ο Καζαντζίδης με τον Μπιθικώτση. Οι περισσότερες σελίδες του βιβλίου της ιστορίας της Ελληνικής μουσικής είναι δικές τους και δικαιωματικά θα έλεγα.
Στην ουσία οι μετρήσεις των πωλήσεων ξεκίνησαν αρχές της δεκαετίας του ’70, οπότε δεν έχουμε μέτρο σύγκρισης για τις πωλήσεις στις προηγούμενες δεκαετίες των τεσσάρων καλλιτεχνών.
Εν πάση περιπτώσει δεν νομίζω ότι οι πωλήσεις και το top 10 αντικατοπτρίζουν την εκτίμηση και την αποδοχή που έχει ένας καλλιτέχνης από το κοινό σε βάθος χρόνου. Αυτό που παίζει ρόλο είναι η διάρκεια του, το έργο του και η συνέπεια του σε αυτό που υπηρετεί.
Σίγουρα υπάρχουν και εκείνοι που ισχυρίζονται ότι αγαπημένοι τους είναι ο Χατζιδάκις κι ο Θεοδωράκης την ημέρα , αλλά το βράδυ ραίνουν με γαρύφαλλα τους διάφορους α(η)οιδούς της πίστας. Συμβαίνει και αυτό.
Νταλάρας, Πάριος, Αλεξίου. Οι τρεις (ακριβώς με τη σειρά που τους παραθέτω και με τη σειρά που – νομίζω, όχι τυχαία - τους παράθεσε ο Τζίμης Πανούσης στο ομώνυμο σατιρικό τραγούδι του το 1985) πιο εμπορικοί τραγουδιστές στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού (με βάση τις πωλήσεις των χρυσών και πλατινένιων δίσκων τους). Κι όχι μόνο αυτό βέβαια, αλλά και σπουδαίες φωνές, με ρεπερτόριο με μεγάλα τραγούδια, που κυριάρχησαν τις τελευταίες 4 δεκαετίες και τις χαρακτήρισαν. Αγαπήθηκαν πολύ κι από την συντριπτική πλειοψηφία, αλλά κι αμφισβητήθηκαν έντονα τα τελευταία χρόνια. Είναι θύματα πατροκτονίας – μια κι όλοι αμφισβητούμε τους πατεράδες μας κι οι νέοι τους μεγαλύτερους – ή της μεγάλης δημοφιλίας και της εμπορικότητάς τους; Θα ήθελα μια συνολική τοποθέτησή σου για τα 3 αυτά ιστορικά ονόματα.
Μεγάλωσα μουσικά και ηλικιακά και με τους τρείς. Ειδικά τον Νταλάρα και την Αλεξίου τους παρακολουθώ από τα πρώτα τους βήματα. Ο Πάριος πάντα με μπέρδευε. Τέλειο το ηχόχρωμα της φωνής του, υπέροχος όταν ερμήνευσε Σπανό, Ξαρχάκο, Σπανουδάκη ακόμα και στα Νησιώτικα είχε εξαιρετικές ερμηνείες, πλάσαρε τη φωνή του και πλασαρίστηκε από το εγχώριο system, σαν ο κατ' εξοχήν ερωτικός τραγουδιστής, με αποτέλεσμα κάπου να χαλάσει η μαγιά. Για μένα η φωνή του ήταν για πολύ περισσότερα πράγματα.
Η Αλεξίου με μαγεύει. Τραγουδάει με συναίσθημα, έχει καταπληκτική φωνή και δίκαια χαρακτηρίζεται η κορυφαία σύγχρονη τραγουδίστρια.
Ο Νταλάρας είναι για μένα η φωνή του σύγχρονου Ελληνικού τραγουδιού. Χωρίς να φτάνει φωνητικά στο επίπεδο του Μπιθικώτση ή του Καζαντζίδη, έχει πει τα πάντα και τις περισσότερες φορές εξαιρετικά. Σπουδαίος και τελειομανής επαγγελματίας, δικαιότατα βρίσκεται στη κορυφή.
Θύματα και θύτες της ίδιας της δημοφιλίας τους επικρίνονται πολύ, ειδικά ο Νταλάρας. Η αλήθεια είναι ότι και εκείνοι αστόχησαν με συμπεριφορές και τοποθετήσεις, αλλά, έλεος, και οι τρεις έχουν προσθέσει, με τις ερμηνείες τους, πάρα πολλά τραγούδια-διαμάντια στο θησαυρό της Ελληνικής δισκογραφίας και τουλάχιστον τους οφείλουμε τον σεβασμό που τους πρέπει.
Η “άλλη πλευρά του τραγουδιού”: Βίσση, Βανδή, Θεοδωρίδου, Ρουβάς, Χατζηγιάννης, Μαζωνάκης, Ρέμος, Πλούταρχος, Βέρτης κ.ά. Εξίσου εμπορικά και δημοφιλή ονόματα, μερικά από αυτά μέσα στο TOP -10 των μεγαλύτερων πωλήσεων της ελληνικής δισκογραφίας. Η δική σου ματιά κι οπτική βρίσκει κάτι το θετικό καλλιτεχνικά στους τραγουδιστές της “άλλης πλευράς”; Μήπως χρειάζεται κι η δική τους ελαφρότητα για κάποιες ανάλαφρες στιγμές μας;
Σε ποια «πλευρά» ήταν η Βίσση; Την γνωρίσαμε στα Λιανοτράγουδα του Θεοδωράκη, στις Μικρές Πολιτείες και στα Ψηλά τα παραθύρια του Κουγιουμτζή. Εγώ προσωπικά όταν την πρωτάκουσα live στο πλευρό του Νταλάρα και της Αλεξίου στη Διαγώνιο στη Πλάκα, εντυπωσιάστηκα. Από το ’85 και μετά τι να πω. Κρίμα για τη σπουδαία πραγματικά φωνή που διαθέτει. Η Θεοδωρίδου είναι μια παρουσία και μια φωνή που ξεχωρίζει. Την άκουσα στην Πολίτικη Κουζίνα της Ρεμπούτσικα και ήταν μοναδική. ‘Ίσως θα έπρεπε να αλλάξει μουσική «πλευρά».
Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι υπηρετούν ένα είδος τραγουδιού που δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις , που τους εξασφαλίζει μια εύκολη δημοφιλία και ενδεχομένως αρκετά χρήματα και είναι δική τους η επιλογή να τραγουδούν και να «στέκονται» σε αυτό τον χώρο. Δεν μπορώ να τους παρακολουθήσω γιατί εκπροσωπούν ένα είδος που δεν με εκφράζει.
Τραγουδοποιοί. Η Στέλλα Βλαχογιάννη έχει μιλήσει, παλιότερα, για τη «λαίλαπα των τραγουδοποιών». Πραγματικά βλέπω αρκετούς, με μια κιθάρα, δυο ακόρντα κι όχι πάντα συμπαθή φωνή, να κάνουν καριέρα τραγουδιστή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, γιατί είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό αν ήταν μόνο συνθέτες – δημιουργοί. Αν το τραγούδι παραμένει η τέχνη της φωνής, που θέλει τον συνθέτη του και τον τραγουδιστή του (κάτι θα ήξεραν ο Άκης Πάνου, που έγραφε ο ίδιος τη μουσική και τους στίχους στα τραγούδια του, αλλά τα έδινε στις μεγαλύτερες φωνές ή ο Κουγιουμτζής, που είχε πει : «κι εγώ μπορώ να ερμηνεύσω τα τραγούδια μου, αλλά δεν μπορώ να τα τραγουδήσω!»), μήπως – χωρίς φυσικά να απαγορεύσουμε σε κάποιον να λέει και τα τραγούδια του – θα πρέπει να ξαναβρούμε το μέτρο;
Η αλήθεια είναι ότι γεμίσαμε τραγουδοποιούς και η Στέλλα η Βλαχογιάννη έχει απόλυτο δίκιο. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί σώνει και καλά ο καλλιτέχνης που γράφει στίχους και μουσική πρέπει και να ερμηνεύει τα τραγούδια του. Δεν ξέρω αν υπάρχει προσωπική φιλοδοξία ή τους σπρώχνουν και οι δισκογραφικές εταιρείες σε αυτό. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μπορεί κάποιος να συνθέτει , να γράφει και να τραγουδάει εξίσου καλά . Ο Σαββόπουλος με την ιδιόμορφη φωνή του το έκανε καλά κι ίσως να είναι ο πατέρας των σύγχρονων τραγουδοποιών, ο Γερμανός το ίδιο, ο Μάλαμας, ο Περίδης, ο Θαλασσινός και κατά καιρούς η Γαλάνη, η Χαρούλα η Αλεξίου, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Νίκος ο Ζούδιαρης. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορείς να απαγορεύσεις στο δημιουργό να πει το τραγούδι του, με το δικό του τρόπο. Ακόμα και η πολύ φάλτσα φωνή του Θεοδωράκη έχει αξία, όταν ερμηνεύει με ξεχωριστό τρόπο τις δημιουργίες του. Όμως άλλο πράγμα είναι να ακούς τον Μπιθικώτση να ερμηνεύει Θεοδωράκη κι άλλο τον Θεοδωράκη να ερμηνεύει τον εαυτό του.
Ελληνικό ροκ. Υπάρχει; Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, παραμένει ακόμα ο μεγαλύτερος, δημοφιλέστερος κι εμπορικότερος βετεράνος «Έλληνας ροκ σταρ»; Ποια είναι η αίσθησή σου, γενικά, για την ελληνική ηλεκτρική σκηνή;
Ο Παπακωνσταντίνου για μένα είναι από τους κορυφαίους Έλληνες τραγουδιστές. Παρότι τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι ήταν οι συνεργασίες του με πολιτικοποιημένους συνθέτες (Μπακαλάκος, Θεοδωράκης, Λοΐζος) βρήκε «κενό» χώρο στην Ελληνική rock σκηνή που ήταν εντελώς άδεια, ειδικά μετά το θάνατο του Παύλου Σιδηρόπουλου και του Νικόλα Άσιμου, την μεταστροφή του Σαββόπουλου και τον παροπλισμό του Πουλικάκου. Η εξαιρετική φωνή του, η αμεσότητα με την νεολαία και δύο υπέροχοι δίσκοι η «Διαίρεση» και το «Φοβάμαι» τον καθιέρωσαν σαν απόλυτο άρχοντα της εγχώριας rock.
Πολλοί είναι εκείνοι που λένε ότι ο Βασίλης παίζει μπάλα μόνος του στο χώρο αυτό και κερδίζει. Νομίζω όμως ότι το αξίζει.
Οι Κατσιμιχαίοι, οι Τρύπες και οι Πυξ Λαξ πρόσφεραν τα μέγιστα στο χώρο, αλλά σήμερα δεν υφίστανται. Ο Στόκας και ο Πλιάτσικας συνεχίζουν, ο Μαχαιρίτσας, ο Τσακνής κι ο Πορτοκάλογλου το ίδιο, αλλά αυτό που παίζουν δεν είναι ακριβώς rock και μένει πάλι ο Παπακωνσταντίνου με τις εξάρσεις του.
Λαϊκό τραγούδι. Όλοι μιλούν για τον Νικολόπουλο ως τον “τελευταίο των Μοϊκανών”. Υπάρχουν ακόμα - όχι όμως το ίδιο πια πολυγραφότατοι - κι οι Σούκας, Μουσαφίρης, Πολυκανδριώτης κ.ά. Κι από ερμηνευτές, πέρα από τη θρυλική γενιά του ’70, οι Μακεδόνας, Μπάσης, Ανδρεάτος(κ.ά.), οι οποίοι είναι κι αυτοί πλέον 40 και κάτι. Μετά πάμε σε ονόματα(κι εκεί έχουμε νομίζω αρκετές καλές φωνές – ως λαρύγγια εννοώ) του λαϊκού της πίστας, ας το πω έτσι. Θεωρείς πως υπάρχει ή θα υπάρξει συνέχεια; Ή θα επιβεβαιωθούν όσοι έχουν την άποψη ότι το λαϊκό έχει κλείσει μουσικά ως είδος, δεν ανανεώνεται πια και θα αποτελέσει σύντομα ένα ιστορικό πλέον είδος σαν το δημοτικό και το ρεμπέτικο;
Το λαϊκό τραγούδι είναι σε πλήρη ύφεση. Δεν υπάρχουν πια οι δημιουργοί που θα φτιάξουν λαϊκή μουσική και ο Νικολόπουλος επαναλαμβάνεται χωρίς να μπορεί να δώσει κάτι ξεχωριστό. Από πότε έχεις να ακούσεις ένα τραγούδι και να πεις μπράβο αυτό ξεχωρίζει; Εμένα το τελευταίο λαϊκό τραγούδι που πραγματικά με άγγιξε ήταν το «Απόψε θέλω να πιώ» του Βαρδή με τη φωνή της Αλεξίου. Από τον Βαρδή που δεν μπορείς να τον θεωρήσεις λαϊκό συνθέτη.
Ο Μπάσης, ο Ανδρεάτος, ο Μακεδόνας, ο Λιδάκης, η Νέγκα, η Ασλανίδου, η Κανά, η Καλημέρη , όλοι τους έχουν εξαιρετικές φωνές και μπορούν να τραγουδήσουν λαϊκά τραγούδια αλλά δεν υπάρχουν δημιουργοί. Μοιραία καταλήγουν να ερμηνεύουν άλλα είδη και να στρέφονται αλλού για συνεργασίες.
Νατάσσα Μποφίλιου. Μια σημαντική ερμηνεύτρια της νέας γενιάς. Νομίζω πως πλέον έκανε το μεγάλο άλμα κι όσον αφορά την αναγνωρισιμότητά της και τη δημοφιλία της. Εσύ πως την βλέπεις την Μποφίλιου;
Μου αρέσει πολύ. Έχει φωνή, έχει αμεσότητα, έκανε ένα πολύ καλό δίσκο το 2010 και αναμένω μια ανάλογη συνέχεια. Την παρακολουθώ και την πιστεύω πολύ.
Η Ελεονώρα Ζουγανέλη – μια φωνή με εξαιρετικές δυνατότητες και πανέμορφο ζεστό ηχόχρωμα – μήπως οδηγείται δισκογραφικά στους περπατημένους ήδη ποπ εμπορικούς δρόμους; Η Στέλλα Βλαχογιάννη, που ήταν από τους πρώτους που την παρουσίασαν εξώφυλλο στο «ΔΙΦΩΝΟ», πρόσφατα τη χαρακτήρισε «ως το τελευταίο εργοστασιακό κατασκεύασμα»! Εσύ τι γνώμη έχεις;
Είναι από τις φωνές που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση όταν την πρωτάκουσα στη συμμετοχή της στο δίσκο «Δάκρυ στο γυαλί» της Εστουδιαντίνας. Ελπίζω να μη συνεχίσει το δρόμο που ακολουθεί, γιατί η φωνή της είναι για πολύ μεγάλα πράγματα. Πρέπει να ψαχτεί και η ίδια. Είναι κρίμα να αναλώσει τη φωνή της σε χώρο που πιστεύω ότι δεν της ταιριάζει.
Διακρίνεις άλλες γυναικείες, αλλά κι αντρικές, φωνές, καθώς και δημιουργούς, που δείχνουν να έχουν τα προσόντα να αποτελέσουν τη διάδοχη κατάσταση των μεγάλων ονομάτων των προηγούμενων δεκαετιών και κυρίως του ’70 και του ’80;
Πέρα από τον Κότσιρα , τον Μπάση και τον Ανδρεάτο που ήδη θεωρούνται παλιοί , η Μποφίλιου, η Νέγκα, η Μπάμπαλη και η Δάρρα είναι οι φωνές που ξεχωρίζω. Διατηρώ επιφυλάξεις, για το αν αυτή η γενιά μπορεί να φτάσει στα επίπεδα εκείνης του ’70 ή και του ’80. Και δεν είναι μόνο οι φωνές, αλλά και το γεγονός ότι δεν υπάρχουν πια μεγάλα τραγούδια.
Πως βλέπεις το μέλλον του ελληνικού τραγουδιού; Βγαίνουν ακόμα τραγούδια(μελωδίες και στίχοι) και φωνές που σε απογειώνουν; Ή επιστρέφεις στο παρελθόν των ’70ς και των ‘80ς, όταν θες να «φτιαχτείς» μουσικά;
Αυτό που βλέπω είναι, ότι θα εξακολουθούμε να «φτιαχνόμαστε» με το παρελθόν. Θα διασκεδάζουμε, θα ερωτευόμαστε, θα ταξιδεύουμε, θα προβληματιζόμαστε, ακούγοντας αυτά που ακούγαμε και είχαμε σαν πρώτη επιλογή.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου